Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Μια φωτογραφία, (ακόμα μία) από τα μαθητικά χρόνια στο Γυμνάσιο Αρναίας, αλλά αχρονολόγητη.



Μια φωτογραφία, (ακόμα μία)

από τα μαθητικά χρόνια στο Γυμνάσιο Αρναίας, αλλά αχρονολόγητη.



 Όμως,  και τι να τις κάνεις να τις θυμάσαι τις χρονολογίες όταν είσαι 15-16 χρονών με τη ζωή μπροστά σου όσο  δύσκολη και να είναι αυτή η ζωή;

Τις χρονολογίες σού τις θυμίζουν άλλα πράγματα, γεγονότα και καταστάσεις, όταν πια ωριμάσεις και αρχίζεις να σκέφτεσαι, «αλλιώς» και όχι μόνο να σκέφτεσαι αλλά και να κάνεις συγκρίσεις τότε που μπορείς  να συγκρίνεις τα «τότε»    με τα «τώρα», τα πριν και τα μετά . . . αλλά και πάντα να αμφιβάλλεις.

Και να είσαι «κουμπωμένος» γι’ αυτά τα « μετά», για τα μελλούμενα που λένε οι ποιητές . . ..

Η φωτογραφία είναι ασπρόμαυρη, όπως ασπρόμαυρα  ήταν όλα τότε. Γιατί τότε δεν υπήρχαν και πολλά χρώματα. Τα είχαν περιορίσει τα χρώματα τότε.  

Η ψυχή τότε αναγάλλιαζε με τα χρώματα της φύσης και τα πολύχρωμα υφαντά  που υπήρχαν σε κάθε σπίτι , αλλά και με τα όνειρα, που τα όνειρα , ποτέ και πουθενά  κανείς δεν μπόρεσε να τα απαγορέψει, ούτε να τα ελέγξει, να τα μαυρίσει τελείως.

 Έτσι είχαμε το ελεύθερο να ονειρευόμαστε, ο καθένας με τον τρόπο του, αλλά πάντοτε σύμφωνα με την ζουμερή  ηλικία μας που απαιτούσε  φαντασία.  

Τότε  που όλα ή σχεδόν όλα ήταν ασπρόμαυρα, και με πολλές αποχρώσεις τού ..  .μαύρου, τού μελανού, τού μέλαινος, τότε που ακόμα και η γραβάτα που φορούσαν όλοι οι διορισμένοι  κρατικοδίαιτοι ,αλλά και μερικοί δάσκαλοί μας, κι’ αυτή ήταν μαύρη για να ταιριάζει και να προϊδεάζει, να «δένει»   με την περιφρουρούμενη και κατευθυνόμενη ιδεολογία  της εποχής, αλλά και με τις εθνικοθρησκευτικές πεποιθήσεις μερικών, τις  καλοπληρωμένες.

Και δεν έφτανε το λάθος (κοντράστ το λένε;) τού ερασιτέχνη  φωτογράφου, αλλά ήταν κι’ αυτό το «φόντο» με τις μαύρες ποδιές εκεί πίσω πίσω στα κορίτσια της τάξης μας  που  μαυρίζει ακόμα περισσότερο την όλη κατάσταση και δίνει μια νότα  διαφορετική  από το τι θα έπρεπε να εκπέμπει μια φωτογραφία  δεκαπεντάχρονων παιδιών.

Δηλαδή κοντολογίς, η όλη εικόνα, δείχνει και παρουσιάζει  τριάντα δύο παιδιά που τα περισσότερα δεν γελούν, δε ................>>>>


χαμογελούν καν, ακόμα και την ημέρα της εκδρομής που κατά κανόνα στα σχολεία είναι μέρα έξω από μαθήματα, είναι μέρα χαράς και ξενοιασιάς.

Και κατά τα άλλα,  απ’ ότι  ακούγαμε τότε, ήμασταν λέει το μέλλον.  . . . το οποίο μέλλον το είδαμε και το ζήσαμε όσοι προλάβαμε βέβαια,  αλλά  δεν μας πολυάρεσε . . .δεν ήταν εκείνο που μας έταζαν «οι τότε γνωρίζοντες . . .»

Kαι μην πάει το μυαλό σας στα χειρότερα, μπορεί να ήμασταν πιεσμένοι και καταπιεσμένοι, αλλά η φύση που δεν επηρεάζεται από «συστήματα» και ξέρει καλά να κάνει τη δουλειά της, δεν μας άφησε να μας πάρουν από κάτω τα «μη» και τα «δεν πρέπει» των αμειβομένων του συστήματος και να που φτάσαμε ως εδώ και κάπως τα καταφέρνουμε, και να σκεφτόμαστε αλλά και να επιδιώκουμε και να κυνηγούμε (ακόμα) όχι αυτό που συμφέρει, αλλά αυτό που πρέπει.

Μπορεί  βέβαια εξ ανάγκης η φωτογραφία να είναι ασπρόμαυρη, αλλά οι ψυχές μας είχαν ένα εσωτερικό-ηλικιακό  φως, και η ιδιοσυγκρασία μας λόγω ηλικίας, «μισοάκουγε» ή μάλλον «βαριάκουγε» τα «άνωθεν» κατευθυνόμενα παραγγέλματα, που ποτέ δεν ήταν προτρεπτικά, που ποτέ δεν μας έλεγαν «κάνε αυτό και κάνε εκείνο» αλλά πάντα επί ποινή «αποβολής» πάντα μας έρχονταν ως απαγορευτική «διαταγή»,  με το « μην κάνεις αυτό, μην κάνεις εκείνο, απαγορεύεται αυτό, κι’ εκείνο», κι’ από τη δύση του ηλίου «απαγορεύεται και η κυκλοφορία στους δρόμους»…

Τέτοια τα ωραία τότε . .και ακόμα και τα μαθήματα της  εξωσχολικής ηθικής και εθνικής διαπαιδαγώγησης, ήταν υποχρεωτικά.

Ακόμα κι’ εκεί οι επιλεγμένοι -διορισμένοι,   κι’ εκεί κατέγραφαν απουσίες, και οι καταγεγραμμένες απουσίες προσωπικά μού κόστισαν τη χαμηλή βαθμολογία στο μάθημα της «Ηθικής» στην τελευταία τάξη.    

 Και παρόλα αυτά, τα ψυχοσωτήρια,   και μ’ αυτήν τη συνεχή παρακολούθηση  από μέσα, αλλά κι’ από έξω,  παρόλη την πίεση που δεχθήκαμε από την τρυφερή μας ηλικία, φκιάξαμε χαρακτήρα και πορευτήκαμε  όπως μπορέσαμε, ουσιαστικά χωρίς παράλληλα να έχουμε πάρει κάποια «άλλα» εφόδια από την εξάχρονη παρουσία μας στο Δημόσιο Σχολείο, όπου εκτός από τα «εγκεκριμένα μαθήματα»  που όριζε το «Ωρολόγιον πρόγραμμα» και τις  συνεχείς απαγορεύσεις, δεν μας έμειναν και πάρα πολλά, έξω από το απολυτήριο και την προσδοκία για κάτι καλύτερο, αλλά που και γι’ αυτό το «καλύτερο» και το «παραπάνω» έπρεπε να προσκομισθούν κι’ άλλα «χαρτιά»  . .  .που δεν τα είχαν όλοι πρόχειρα . . .

Εν πάση περιπτώσει όμως  έρχομαι στη φωτογραφία στην οποία δεν φαίνονται   μόνο τα αγόρια της τάξης μου, όπως ήταν στην άλλη την πρώτη που μας έδειχνε στα σκαλιά τού Γυμνασίου Αρναίας, τότε που το Γυμνάσιο συστεγάζονταν, ή μάλλον μοιράζονταν το ωραιότατο κτήριο  που προορίζονταν αποκλειστικά μόνο για το Δημοτικό Σχολείο Αρναίας όπου εκεί, στο  ίδιο μεγάλο προαύλιο, βρισκόμασταν οι «μικροί» του Δημοτικού και εμείς οι  μεγαλύτεροι, με τους μικρούς να μας κοιτάζουν «κάπως», αλλά τώρα που το σκέφτομαι, αυτή η γειτνίαση και ο κάποιος συγχρωτισμός, δεν έβλαψε κανέναν, αφού χώρος υπήρχε για όλους.  

Απεναντίας  μάλιστα, έφερνε τους μικρούς πιο κοντά σε μάς τους μεγάλους και τους έβαζε την ιδέα ότι μπορούν να μάς «μοιάσουν», και να πάν και «παραπάνω», να μπουν και στο Γυμνάσιο . ..

Βέβαια  αυτό το ωραίο κτήριο, εκεί που και σήμερα στεγάζεται το Δημοτικό Σχολείο της Αρναίας,  δεν μού ήταν άγνωστο, αφού εκεί «φιλοξενηθήκαμε» οικογενειακώς κάποτε, τότε που στην πατρίδα μας τα πράγματα δεν ήταν ομαλά, αλλά γι’ αυτό το πολύ περασμένο «τότε» θα πούμε κάτι κάποια άλλη φορά.

Ένα μόνο λέω τώρα, ότι στη μεγάλη αίθουσα του πάνω ορόφου, απομονωθήκαμε  για μερικούς μήνες, αρκετές οικογένειες και με μωρά, για να μην κινδυνέψει το σύστημα. .  .

 Πονεμένες ιστορίες εκείνες που έμειναν όμως και μας άφησαν μια πίκρα και ένα  αναπάντητο «γιατί. . .»,αλλά  αυτό το «γιατί» άλλοι, πολλοί, πάρα πολλοί,  το εξαργύρωσαν μετέπειτα, με πολλά «επειδή . . . .»

-Στη φωτογραφία λοιπόν που φαίνεται εδώ, είναι τα περισσότερα αγόρια και κορίτσια της τάξης μου και λέω τα περισσότερα γιατί μερικοί και μερικές, όχι ότι δεν  συμμετείχαν στην ημερήσια εκδρομή , αλλά  μάλλον προτίμησαν να κάνουν βόλτες και όχι να φωτογραφηθούν.

 Βέβαια, αυτές οι απουσίες από τη φωτογραφία μπορεί να θεωρηθούν και ως αποτυχία  . . . . επαγγελματική τού φωτογράφου της τάξης μας του Μιχάλη τού Νανουδάκη (εξ Ιερισσού) ο οποίος διέθετε  μια αρχαία φωτογραφική  μηχανή (φορητή με φυσούνα) και κάθε φορά που πηγαίναμε εκδρομή, την είχε μαζί του τη μηχανή και προσπαθούσε να  απαθανατίσει τις . . .ελεγχόμενες  εκδρομικές μας δραστηριότητες.

Φαίνεται όμως ότι μερικά παιδιά της τάξης μας «διεσκορπίσθησαν» εις τα πέριξ, και αυτός ο κατ’ ευφημισμόν διασκορπισμός, ουδόλως σημαίνει ότι θα μπορούσαν μερικοί να διανοηθούν μια ασφαλή και έξω από περίεργα βλέμματα απομάκρυνση, διότι πάντοτε υπήρχε στο Γυμνάσιό μας κάποιος  «αρμόδιος» ως  μόνιμος οφθαλμός της Δημοσίας Ηθικής, ο οποίος και συνόδευε τις ημερήσιες εκδρομές, ιδίως των τάξεων από τρίτης και πάνω, και ούτω πως η ατομική και συλλογική ηθική παρέμενε ακεραία.

 Άλλωστε και μια απομάκρυνση έστω και εξ ανάγκης «εκεί γύρω» φαίνονταν από μακριά, αφού το χρώμα της μαύρης ή μπλε ποδιάς έκανε «μπαμ» που λέμε, και η «ποδιοφορούσα» μαθήτρια, φαίνονταν όπως λέμε, «σαν μύγα μέσα στο γάλα . . .»  οπότε, κάθε απόπειρα για « άλλα» ήταν καταδικασμένη . . .

Έτσι, οι ελάχιστοι,  ανήσυχοι μεν αλλά έχοντες «νουν, απέφευγαν τις επικίνδυνες κατά μόνας απομακρύνσεις ή εξαφανίσεις   και οι αραιές επαφές μεταξύ των συμμαθητών και συμμαθητριών,   περιοριζόταν σε συνομιλίες στα διαλείμματα και κάποιες ανταλλαγές βιβλίων.

Τα  μερικά «άλλα» που σπανίως συνέβαιναν αλλά και αυτά εν πλήρη αθωότητι, περιορίζονταν σε απλά υπονοούμενα και  πειράγματα χωρίς συνέχεια, και παραπέρα δεν  γνωρίζω, εκτός αν η αθωότητά μου τότε, ξεπερνούσε το επιτρεπτό. . . όριο . . . οπότε αναδρομικά ζητώ συγγνώμη για την απειρία αν(;;) αποκαρδίωσα κάποια.  . . (λες;;;;).  

Έτσι λοιπόν την ημέρα της εκδρομής, για τη φωτογράφιση μαζευτήκαμε οι περισσότεροι και στηθήκαμε στον όχτο, εκεί μπροστά από το  μεσαίας ηλικίας ζεύγος της βελανιδιάς, εκεί απέναντι, εκεί που και σήμερα τελειώνει το ωραίο δάσος της Αγίας Παρασκευής, εκεί στο ελαφρύ ψήλωμα δίπλα στο χωματόδρομο που οδηγούσε στον Στανό.

Μπροστά μας είναι ο χωματόδρομος  και εκεί στέκεται  και ο φωτογράφος Νανουδάκης,  (Λάκης παρακαλώ και όχι Μιχάλης. . .!!!), ο οποίος Λάκης, μετρώντας κεφάλια, υπολόγιζε αμέσως και το κάποιο κέρδος, αφού σε λίγες μέρες όταν  «εμφάνιζε» τις φωτογραφίες, πλησίαζε τον καθένα που είχε δηλώσει ότι θα πάρει τη φωτογραφία, και παραδίδοντάς τες, εισέπραττε όσα είχαν συμφωνηθεί, και τα εισέπραττε αμέσως, ή γινόταν κάποιος διακανονισμός για  . . .δόσεις.

 Έτσι μερικές φορές το χρόνο όποτε βγαίναμε εκδρομή, όλο και κάποιοι ήθελαν να φωτογραφηθούν και να το κέρδος για τον άτυπο φωτογράφο Μιχάλη (Λάκη είπαμε) ο οποίος δεν εμφανίζεται στις ομαδικές φωτογραφίες, αλλά ήταν «τύπος» ο εξ Ιερισσού  ωραίος Λάκης, με γυαλί ηλίου πάντα και κάποτε είχε παρουσιαστεί και με γυαλιά άσπρα, (ξεκουραστικά τα είπε) αλλά όπως μάς εξομολογήθηκε αργότερα, τα φόρεσε γιατί λέει τού πρόσθεταν «κάτι», αυτό το «στυλ» που λέμε σήμερα, και που τότε δεν ξέραμε να το πούμε . .  έτσι, ξενόγλωσσο και απλώς το υποθέταμε, άλλο τώρα αν ο ίδιος ήθελε να πει και να δείξει ότι σκοτώνεται στο . . .διάβασμα και δεν μπορεί χωρίς τα γυαλιά, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία  που τότε μας αφορούσε όλους,  και μην την αρχίσω τώρα γιατί θα βραδιαστούμε και όλοι ξέραμε το πόσο σκοτωνόμασταν στο διάβασμα, αλλά άντε να πάμε παρακάτω, με τη φωτογραφία ξεκίνησα και είπα για την τοποθεσία, αλλά να πω και για την εποχή, αρχές της σχολικής χρονιάς ήταν, μπροστά μας τα χορτάρια φαίνονται ξερά και το ντύσιμό μας ελαφρύ, πήγαμε με τα πόδια ως εκεί, κοντά ήταν, και μην κοιτάτε τώρα που τα παιδιά τα πηγαίνουν με λεωφορεία έστω και σε μικρές αποστάσεις, τώρα άλλαξαν τα πράγματα για όλους, όλοι καλόμαθαν. . .αφού ακόμα υπάρχει κάποιο. .  .χρήμα, αλλά αργότερα δεν ξέρουμε τι θα γίνει και όπως παν τα οικονομικά μας, μπορεί να δούμε ακόμα και πενθήμερες εκδρομές. .  .ποδαράτες . . .

Συγκεντρωθήκαμε λοιπόν εκεί στον όχτο «αυθόρμητα» αλλά αν  θα   παρατηρήσετε καλά θα δείτε ότι  παρόλο τον αυθορμητισμό μας, και παρόλο που δεν υπήρξε «στήσιμο» από το φωτογράφο, τα κορίτσια  στάθηκαν όρθια όλα πίσω, ενώ εμείς οι υπόλοιποι «άρρενες»  καθίσαμε ή ξαπλώσαμε μπροστά, με το γνωστό μπουνταλάδικο ύφος των αγοριών εκείνης της ηλικίας  και με το χαμόγελο της αμφιβόλου  . . . υπεροχής.

Και  μ’ αυτόν τον αυθόρμητο  διαχωρισμό, τηρήθηκε η  «απόσταση»  που  ακόμα και σε μια φωτογραφία,    δεν επέτρεπε την τόσο επικίνδυνη για την εποχή «γειτνίαση» των ετεροφύλων. 

Έτσι ακόμα και στην αθώα ομαδική φωτογραφία, η Δημόσια Ηθική, διατηρήθηκε ακεραία, χωρίς ύποπτα πλησιάσματα και καινοφανείς προσμίξεις, ικανές να επισύρουν ακόμα και αποβολή . .

Έτσι είχαν τότε τα πράγματα αφού βασική εγκύκλιος του Σού (σεβαστού) υπουργείου επέτρεπε σε βάρδιες καθηγητών να μας επισκέπτονται στην κατοικία μας για να διαπιστώσουν αν από την 8η εσπερινή ώρα βρισκόμασταν «μέσα».

Πράγματα για να γελάς, αλλά μη γελάς, έτσι ήταν τότε και οι περισσότεροι θυμούνται, κι’ αν υπάρχει και κάποιος που τα αγνοεί αυτά, μάλλον δέχτηκε επίσκεψη από τον γνωστό κύριο Αλτσχάιμερ.  . .

Και πάμε να δούμε ένα ένα τα πρόσωπα, να μάθουμε ποιοι και ποιες είναι  στη φωτογραφία και μακάρι να βρίσκονται και σήμερα, γιατί  ύστερα από μισό και παραπάνω αιώνα, πολλά μπορεί να συνέβησαν και από ότι μαθαίνεται, άρχισε η «αραίωση» και επόμενο είναι . . .

 Κι’ αν κάποιος ή κάποια μού διαφύγει, έ, τι να κάνω, ολονών οι μορφές έμειναν στη θύμησή μου, αλλά είπα, ότι ύστερα από τόσα χρόνια, αν μού ξεφεύγει και κάποιος ή κάποια, ας το συμπληρώσει όποιος μπορεί, όποιος θυμάται καλύτερα . . .

Και πριν να αρχίσω την αναφορά στα πρόσωπα, να πω ότι τη φωτογραφία την έχω στο σπίτι μου μεγαλωμένη και κάθε μέρα τη βλέπω, και κάθε μέρα έρχονται στο νου αναμνήσεις από το τότε και απίστευτες λεπτομέρειες από την καθημερινότητα της σχολικής ζωής και τις διάφορες εκδηλώσεις της μέσα και έξω από το σχολείο.

 Έχουμε και λέμε λοιπόν και αρχίζοντας από τα κορίτσια και από τα αριστερά προς τα δεξιά, η πρώτη με τις ωραίες κοτσίδες είναι η Πόπη Σιώπη από τη Στρατονίκη, ωραίο κορίτσι η Πόπη σοβαρή και «ηπίων τόνων», έμενε με τον αδερφό της το Γιάννη που ήταν σε μεγαλύτερη τάξη.

Δίπλα στην Πόπη κι’ αυτή σοβαρή και με γυρτό το κεφάλι σαν να βλέπει κάτι και να απορεί, η Μαρία η Παναγιώτου από την Αρναία, και από ότι μαθαίνω εγκαταστημένη στον Πολύγυρο, παντρεμένη με το Μιχάλη Μαυρουδή απ’ το Παλαιοχώρι.

Δίπλα στη Μαρία  χαμογελαστή η Ελένη Τρικαλιώτη κι’ αυτή από την Αρναία. Μετά την Ελένη, με τις ξανθές κοτσίδες, σοβαρή κι’ αυτή, η Βαγγελιώ η Ζυγούραινα από την Αρναία κι’ από όσα μαθαίνω, διαμένουσα στον Πολύγυρο.

 Και δίπλα στη Βαγγελιώ  η Κοσμαδάκη Δέσποινα από τα Νέα Ρόδα,  αλλά περίεργο, η Δέσποινα φωτογραφήθηκε χωρίς τα γυαλιά της, γιατί σε όποιον και να το πεις από τους τότε. .  .επιζώντες, θα σου πει . . . «ά. . εκείνη με τα γυαλιά; .  . .» έτσι απλά, γιατί η Δέσποινα με το που ήρθε στο Γυμνάσιο, ήταν η μόνη που φορούσε γυαλιά, εκτός βέβαια από το φωτογράφο τον Νανουδάκη, (Λάκης είπαμε), ο οποίος  όπως είπα παραπάνω, τα γυαλιά τα φόρεσε ως «γιαλαντζή μύωψ» και αποκλειστικά και μόνο για να δείχνει «τύπος».

 Αλλά αν παρατηρήσουμε και το χαμόγελο της Δέσποινας, βλέπουμε ότι είναι ένα χαμόγελο αμηχανίας, το χαρακτηριστικό χαμόγελο όσων φωτογραφίζονται χωρίς τα . . .γυαλιά τους . . . 

Η αγαπητή Δέσποινα από πολλών ετών ( πολλών λέω και όχι . . .αμέτρητων . . ) τυγχάνει το έτερον ήμισυ τού αγαπητού Φώτη Ταλέα συγχωριανού της και φίλου μου και γειά σου Δεσποινιώ και γεια σου Φώτιε . . .

Δίπλα στη Δέσποινα η μία από τις δυο ψηλές και κοτσιδοφορούσες της τάξης μας, η Γεωργία Τσελεπή συγχωριανή μου από το Νεοχώρι,  η οποία αν μετέτρεψε το μικρό της όνομα και χρησιμοποιεί κάποιο υποκοριστικό, δεν το γνωρίζω και ας μού συγχωρήσει την άγνοια . . .

Δίπλα στη Γεωργία, η ετέρα ψηλή της  . . .παρέας, η εξ Αρναίας Μαρία η Δημητρακούδη, η οποία, όταν έγραφε Έκθεση,  όποιο και να ήταν το θέμα, που γράφαμε, μα χειμωνιάτικο ήταν, μα καλοκαιρινό, ενδιαφέροντος τοπικού, εθνικού ή και  διεθνούς, πάντα το άρχιζε με την χαρακτηριστική λέξη . . . «Αχνοφέγγει . . . . !!!»

Και αλήθεια , κράτησε κανείς από τότε κάποιο τετράδιο εκθέσεων ή κάτι άλλο, ένα βιβλίο;

Και αγαπητοί παλιοί συμμαθητές και συμμαθήτριες, τα θυμόσαστε εκείνα  τα πρόχειρα τετράδια, εκείνα με το κιτρινωπό φτηνό χαρτί που γράφαμε και όταν πηγαίναμε να σβήσουμε κάτι, τρυπούσαν;  

Και κοίτα τι θυμάται ο άνθρωπος όταν περάσουν τα χρόνια (του).

Και, από τότε που φύγαμε από το σχολείο, δεν την ξαναείδα τη Δημητρακούδη τη συμμαθήτρια. 

Διαβάσαμε μαζί, πολλές φορές στο σπίτι της, αλλάξαμε βιβλία και ανταλλάξαμε γνώμες και γνώσεις, και αρκετές φορές η Μάννα της η κυρία Χαρίκλεια   έδειξε την αγάπη της με ένα καλό λόγο και με κάτι από τα  . . .«βρισκούμενα» . . . Έμαθα ότι η Μαρία ασχολείται με τους δαιδάλους του εγκεφάλου και καλά κάνει, γιατί πάντα ένας έξυπνος άνθρωπος, μπορεί να  μεταδώσει κάτι και παραπέρα, να διορθώσει όσο γίνεται άλλους εγκεφάλους, «πάσχοντες»  να στρίψει μια λασκαρισμένη βίδα ας πούμε  και να τους κάνει   . .  «ρεκτιφιέ»  και νάσαι καλά Μαρία, με συγκίνηση θυμάμαι τις ήπιες κόντρες μας  κυρίως πάνω σε γλωσσικά θέματα, γιατί εσύ ήσουν καλή και στα . .  .άλλα μαθήματα, εκεί που μερικοί από μας τους υπόλοιπους  μόλις και μετά βίας τα καταφέρναμε . .   

Και πάμε παραπέρα, δίπλα στη Μαρία με τα γυαλιά, η Βασιλική Τσουρλή από το Παλαιοχώρι, και η Βασιλική « ηπίων τόνων» και σοβαρή πάντα, και στη συνέχεια και λίγο μπροστά της η Σουλτάνα, και πολύ αργά έμαθα ότι το .  . .μεγαλόπρεπο και μουσουλμανοπρεπές όνομα  Σουλτάνα, το είχε μετατρέψει σε  συντομότερο και περισσότερο . . .εύηχο,   και το έκανε Ρούλα . .

Έτσι τη θυμάμαι τη Ρούλα τη Στρατηγάκη, η οποία ήταν (και πρέπει να είναι) χρυσό κορίτσι,( κορίτσι τότε αλλά τώρα. .  .κυρία .  . .σεβαστή.  . .), αλλά τότε για κάποιον ανεξήγητο λόγο ήταν κάπως θυμωμένη και τάβαζε με όλους.

Και τώρα αναρωτιέμαι (και μάλλον κατόπιν . .  .εορτής), αναρωτιέμαι και λέω, μήπως  την ενοχλούσαν πράγματα και συμπεριφορές τα οποία εμείς οι υπόλοιποι δεν τα βλέπαμε; . . . 

Γεια σου Σουλτάνα. .  . τηλεφώνα. .  .εδώ είμαστε. .  .

Και αν ξέχασες τη Σουλτάνα για χάρη της Ρούλας, λέω «Γεια σου Ρούλα» και  ό τι λέω το λέω με αγάπη, κατάλαβες;  

Την ξανάκουσα τη Ρούλα, πριν από μερικά χρόνια, μιλήσαμε στο τηλέφωνο, με βρήκε το θηρίο, γιατί τής έστειλα τη φωτογραφία και της ζήτησα να με βοηθήσει να θυμηθώ καναδυό πρόσωπα.

Μού είπε για τα πρόσωπα, μού είπε κι’ άλλα διάφορα η Ρούλα και την ευχαριστώ . . .κι’ απ’ ότι έμαθα βρίσκεται στην Πύλο, εκεί που είναι λέει το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου και. .  .πρόσεχε Ρούλα, πρόσεχε μην κολυμπάς στα  . . .βαθιά. .  .

Χείμαρρος η Ρούλα, μού είπε πολλά, αλλά έκτοτε η επικοινωνία διεκόπη.

Γεια σου Ρούλα, με όποιον και να μιλήσω από την τάξη μας στο σχολείο, σε θυμάται με αγάπη.

Δίπλα στη Ρούλα τη Στρατηγάκη  λοιπόν, τη συμμαθήτρια με το κοντό μαλλί δεν μπορώ να τη θυμηθώ, όμως σκερτσόζα και τσαχπίνα η συμμαθήτρια, και με κείνο το χέρι στη μέση και με κοκεταρία  πρωτοφανή για τα δεδομένα της εποχής, και με την όλη στάση της κατέλαβε δυο θέσεις στη φωτογραφία αλλά και τι να πω δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα, θα  . . .σκάσω και  κρίμα…. αλλά . . . δεν . . .και παρά τις προσπάθειες δεν γίνεται τίποτα, ξενικιά φαίνεται, μόνο η Σουλτάνα εκ Πυργαδικίων ίσως θα μπορούσε να βοηθήσει, αλλά πού να τη βρω τη Ρούλα εκεί στις βαθιές και στις απύθμενες θάλασσες της Πύλου. . . και αν κάποιος γνωρίζει, ας το πει να μου φύγει η απορία, και θα μού πεις κι’ αν δε μάθω; Αλλά, να,  . . .λέω  . . .κι’ απέ μ’ τι . . . .

Και παραδίπλα από την άγνωστη, η Άννα από την Αρναία, κορίτσι σιγανό που λέμε και μετά από την Άννα, η Ελένη η Δέα από την Ορμύλια, και στη συνέχεια δίπλα της σοβαρή και σκεφτική η Αγγελική Μυλωνά, και πάντα η Αγγελική ήταν σκεφτική από το Δημοτικό ακόμα και από τότε με την αγαπημένη Αγγελική  μαζί ήμασταν, από το ίδιο χωριό από το Νεοχώρι κι’ έχω να τη συναντήσω πολλά, πάρα πολλά χρόνια και χαιρετίσματα Αγγελική και  νάσαι καλά. .  ..

 Και η τελευταία στο δεξί μέρος της φωτογραφίας, εκεί που ο φωτογράφος μας ο Λάκης δεν πρόσεξε καλά το φωτισμό, εκεί τελευταία με ελάχιστες αμφιβολίες,  θα πρέπει να είναι η Αναστασία Γραμματικού από το χωριό Μελισσουργός το οποίο εμείς οι «Βόρρειοι» δεν το γνωρίσαμε ποτέ γιατί έπεφτε μακριά και ανάποδα, αλλά το μάθαμε τελευταία χάρη στην τηλεόραση που έδειξε κάτι πλημμύρες κατά κει μεριά.

Μακάρι να μην κάνω λάθος στο πρόσωπο, αλλά και η Αναστασία  με τις κοτσίδες της,  ήταν ήσυχος τύπος, ησυχότατος (!!) θα μπορούσα να πω.

Και εδώ τελείωσε η αναφορά μου στα  τα φωτογραφημένα κορίτσια της τάξης μας, και πάμε στα αγόρια  και,

αυτός που είναι πρώτος από αριστερά σε κάθισμα «βαθύ» (κατσουλιαστός),  (με ελάχιστες αμφιβολίες) θα πρέπει να είναι  ο Σωτήρης ο Θωμάς από την Ιερισσό. Στη συνέχεια καθιστός κάτω με το γυαλί ο Ζαγορίτης Ζαχαρίας από την Αρναία και δίπλα του ο . . . μαλλιάς είναι ο  (Τάκης;) Πανταζής από τη Στρατονίκη.

Μπροστά από τον Πανταζή, με το σκούρο πουλόβερ, ο Βασίλης Πασχάλης Παλαιοχωρινός, και δίπλα του ο Αποστολίδης από την Ιερισσό.

Αριστερά από τον Αποστολίδη με το καπέλο ο Γιώργος Γεωργάκας από την Αρναία και ακριβώς πίσω του ο Ταλέας ο Νίκος από τα Νέα Ρόδα.

Το Νίκο τον συνάντησα στη Δράμα όπου εργαζόταν και τα είπαμε εν ολίγοις .

Αριστερά από τον Ταλέα και το Γεωργάκα, ποζάρει το «καλό το δυάρι», οι αχώριστοι Βαρβαριώτες, ο Θανάσης Αποστόλου μπροστά, και πίσω του ο Στάθης Τσιάλης, με τον οποίο τελειώσαμε και το Δημοτικό σχολείο μαζί, αφού το χωριό τους στον εμφύλιο το είχαν αδειάσει και η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στο δικό μας το Νεοχώρι.

Και πάμε παραπέρα, μετά από τον Στάθη Τσιάλη, με το καπέλο ο Γιώργος Στρατηγάκης από τα Πυργαδίκια , ξάδερφος της Σουλτάνας-Ρούλας που είπαμε παραπάνω, και μπροστά από το Στρατηγάκη ξαπλωμένος εγώ ο ίδιος Βαγγέλης Μαυροδής (Χαρδαλούπας τότε) και δίπλα μου κι’ αυτός ξαπλωμένος  ο συγχωριανός μου Γιάννης Μπρουτζάς.

Διπλά στον Μπρουτζά  ξαπλωμένος κι’ αυτός αλλά με καπέλο, ο Γιώργος Πανιώρας εξ Αρναίας αυτός.

Και πάμε πάλι πίσω, και δίπλα στον Στρατηγάκη, με τη φυσαρμόνικα ο Νίκος Νάκος από την Αρναία, και δίπλα στο Νίκο επίσης με φυσαρμόνικα, ο Γιώργος Γιοβάνης από τη Στρατονίκη 

Τώρα πίσω από το Γιώργο Πανιώρα και αριστερά του, απομένουν τρεις χωρίς  . . .απογραφή και είναι  πίσω του ακριβώς ο Γιώργος Γκιουζέπας από Ιερισσό, με το αμάνικο «κολόβιο» ο Γιάννης Θερμασώνης από Μ. Παναγία και τελευταίος  στον  . .  ήσκιο, λόγω κακού φωτισμού,  ο συγχωριανός μου Στέργιος Καραντώνας. 

Δηλαδή συνολικά όλοι κι’ όλοι, 14 κορίτσια και 18 αγόρια και να σκεφτείς ότι στην πρώτη τάξη όταν πρωτοπήγαμε στο Γυμνάσιο της Αρναίας, ήμασταν καμιά ογδονταριά, αλλά σιγά σιγά, με τις διαρροές, λιγοστέψαμε . . .

Από το χωριό μας το Νεοχώρι, ήμασταν συμμαθητές  από το Δημοτικό σχολείο ακόμα, Αγγελική και η Γεωργία, ο Μπρουτζάς , εγώ ο ίδιος και ο Στέργιος Καραντώνας.

 Με νοσταλγία και αγάπη σας  φέρνω όλους και όλες στη θύμηση, αλλά εδώ πρέπει να τελειώσω την αναπόληση, γιατί μερικές αναμνήσεις  σε κάποιες τέτοιες ηλικίες, ίσως  πρέπει να σταματούν  . . .έγκαιρα ..  .

Κι’ αυτό η Μαρία Δημητρακούδη το γνωρίζει ως ειδική στα περί  εγκεφάλου.  . .και αχρείαστη να είναι, αλλά . .  . .

Κι’ αν κάποιος ή κάποια έχει να προσθέσει κάτι ας το κάνει  . .  .

Και το είπα κι’ άλλοτε, δεν πειράζει που δεν μπορούν μερικοί και μερικές  να εκφρασθούν . .  .ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου.

Γράψτε μου δυο λέξεις με τον παραδοσιακό  τρόπο, με μολύβι και χαρτί . . . 

Κι’ αν θέλετε,  αρχίστε  με κείνο το κλασσικό   . . «αχνοφέγγει. .  .»   και συγγνώμη Μαρία αλλά  μού έμεινε. .  .από τότε αυτό, όπως έμειναν πολλά από το τότε και δεν λεν να φύγουν . . .    

 Κι’ όποιος είναι πιο κοντά ας διαβιβάσει τους χαιρετισμούς μου (και γιατί όχι και το γραπτό) στην πολυαγαπημένη μας καθηγήτρια την κυρία Ηλέκτρα Παπαθανασίου,   εκεί στο Καρί Παζάρι,  εκεί  στην πιο ωραία γειτονιά της Αρναίας, εκεί που κάναμε τις πιο πολλές καντάδες μας . . .και να της μεταφέρει το. . .  .παράπονό μου που τότε δεν μάς είπε ότι η ωραία Ελένη και η Κλυταιμνήστρα ήταν αδερφές, και άρα ο απατηθείς Μενέλαος και ο Αγαμέμνων ήταν  . . .μπατζανάκια. . . και θα μού πεις ύστερα από τόσα χρόνια. . . τι το θέλεις;  Έλα όμως.  . .



 Με αγάπη για όλους 

 Βαγγέλης Μαυροδής ( Χαρδαλούπας) Ξάνθη  671 00 Αριστείδου 41.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου